Μετανάστευση: Διεθνολογικές και οικονομικές πτυχές

«Τα μεγάλα γεγονότα της ιστορίας συχνά οφείλονται σε υλικές αλλαγές, στην αύξηση του πληθυσμού και σε άλλα θεμελιώδη οικονομικά αίτια, τα οποία, λόγω του βαθμιαίου χαρακτήρα τους διαφεύγουν της προσοχής των παρατηρητών της εποχής, αποδίδονται στις ανοησίες των ηγετών των κρατών ή στον φανατισμό των αθέων».

Αυτή η φράση του John Maynard Keynes[1], αποτελεί το έναυσμα για την μελέτη της σημασίας που έχει η  μετανάστευση στο εσωτερικό και στο εξωτερικό ενός κράτους, και τις επιπτώσεις της σε συγκεκριμένους τομείς, όπως η οικονομία, η κοινωνική συνοχή και η ασφάλεια, τόσο σε επίπεδο εθνικό, όσο και σε επίπεδο υπερεθνικό.

Στο κείμενο αυτό εξετάζεται η σημασία του μεταναστευτικού ζητήματος για μια χώρα, σύμφωνα με αρχές και παραδοχές της επιστήμης των Διεθνών Σχέσεων, σε συνάρτηση με ορισμένους πρωταρχικούς παράγοντες, καθώς και οι οικονομικές συνέπειες που δημιουργούνται από το φαινόμενο αυτό· γίνεται σημαντική αναφορά στην Ελλάδα και στο αντίκτυπο στους συντελεστές ισχύος της, σε συνδυασμό με τη γεωπολιτική θέση της στην Ανατολική Μεσόγειο· κρίνεται  η υπάρχουσα πολιτική  στα πλάισια της Ευρωπαικής Ένωσης, και οι λύσεις που μπορούν να επέλθουν συλλογικά και, τέλος, παρουσιάζονται μερικές από τις οικονομικές συνέπειες του φαινομένου αυτού, οι οποίες σταδιακά αυξάνονται.

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

 

Α. Η σημασία του ζητήματος για την Ε.Ε. και την Ελλάδα

 

Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας που έχει η Ευρωπαική Ένωση, λόγω της εκχώρησης κυριαρχίας σε ορισμένους τομείς και λόγω των αρμοδιότητων που παραχωρούνται σε αυτήν από τα κράτη με τις Συνθήκες (αποκλειστικές και συντρέχουσες αρμοδιότητες[2]), καθιστά αυτό το ζήτημα ζωτικής σημασίας για ένα σημαντικό αριθμό κρατών. Η μετανάστευση αυτού του τύπου διαιρείται με ένα διττό τρόπο· στην μετανάστευση σε ενδοκρατικό επίπεδο και στην μετανάστευση σε συστημικό επίπεδο. Η  μεν πρώτη αναφέρεται στο εσωτερικό ενός κράτους, δηλαδή σε ένα μόνο κράτος, δίχως εξωτερικές επιδράσεις και η οποία παίρνει τη μορφή της μετακίνησης πολιτών εντός των γεωγραφικών ορίων του κράτους και η δε δεύτερη ως το σύνολο των κρατών που αντιμετωπίζουν αυτό το φαινόμενο (δηλαδή σε ένα σύστημα κρατών ή καλύτερα κοινωνία κρατών, όπως  θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε την Ευρωπαική Ένωση.)

Σύμφωνα με τον Hedley Bull, μια κοινωνία κρατών υπάρχει όταν μια ομάδα κρατών που έχουν επίγνωση ορισμένων κοινών συμφερόντων και κοινών αξιών σχηματίζουν μια κοινωνία υπό την έννοια ότι αντιλαμβάνονται τους εαυτούς τους να συνδέονται με ένα κοινό σύνολο κανόνων στις μεταξύ τους σχέσεις και να συμμετέχουν στην λειτουργία κοινών θεσμών.[3] Μια κοινωνία κρατών προυποθέτει την ύπαρξη συστήματος κρατών. Η Ε.Ε. θα μπορούσε, ως εκ τούτου, να χαρακτηρισθεί μια κοινωνία κρατών, λόγω της αποδοχής κοινών αξιών και νορμών συμπεριφοράς ανάμεσα στα κράτη που την αποτελούν και λόγω των σχέσεων που αυτά έχουν αναπτύξει στα πλαίσια αυτής.

Η Ελλάδα και συλλογικά η Ευρωπαική Ένωση πρέπει να ανταποκριθεί επιτυχώς στο πρόβλημα της παράνομης μετανάστευσης, υπό τις συνθήκες που επικρατούν στον ευρύτερο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου και όχι μόνο, διότι  τα παγκόσμια μεταναστευτικά ρεύματα διογκώνονται και η Ελλάδα αποτελεί την πρώτη πύλη εισόδου μεταναστών προς την Ευρωπαική Ένωση, χωρίς δυνατότητα επαρκούς αντίδρασης, λόγω και των περιορισμών του Δουβλίνου ΙΙ[4].

Η Ελλάδα, συνήθως περιγράφεται ως το «σταυροδρόμι» τριών ηπείρων, της Ευρώπης, της Ασίας και της Αφρικής. Αυτή η γεωγραφική θέση της είναι ο κύριος παράγων που ευνοεί την αύξηση των μεταναστευτικών ρευμάτων από χώρες της Μ. Ανατολής και της Ασίας με αποτέλεσμα την συνεχή αύξηση των συνεπειών που αυτά έχουν τόσο στο εσωτερικό της χώρας, όσο και σε επίπεδο Ένωσης, αποτελώντας συν τοις άλλοις ένα εξαιρετικά σοβαρό ζήτημα και για την εθνική ασφάλεια.[5]. Οι μέχρι τώρα προσπαθειες της Ελλάδας να δημιουργήσει ένα ρυθμιστικό και κανονιστικό πλάισιο για τη διαχείριση της παράνομης μετανάστευσης σε μονομερές επίπεδο, δείχνουν να είναι ατελέσφορες. Σίγουρα, η Ελλάδα δεν μπορεί μόνη της να λύσει αυτό το πρόβλημα. Εντούτοις χρειάζεται πολυμερής διπλωματία τόσο με την Ε.Ε. για την παγίωση μιας Κοινής Μετανστευτικής Πολιτικής, όσο και με τρίτες χώρες της ευρύτερης περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου.

Β. Πολιτική και Ισχύς

 

Η πολιτική, εσωτερική ή διεθνής, είναι το αντικείμενο μελέτης της Πολιτικής Επιστήμης και των Διεθνών Σχέσεων και συχνά ταυτίζεται πλήρως με την ισχύ, αφού ως πολιτική ορίζεται η δυνατότητα ή ο αγώνας για το ποιος κατέχει, ποιος διανέμει, ποιος αποφασίζει[6]. Αναμφίβολα, στην Επιστήμη των Διεθνών Σχέσεων υπάρχει μεγάλων αριθμός θεωριών και προσεγγίσεων αναφορικά με την ισχύ, της οποίας η σημασία  ερμηνεύεται διαφορετικά από το κάθε ρεύμα σκέψης. Έτσι, κατά την Ρεαλιστική θεώρηση των Διεθνών Σχέσεων, η οποία είναι και η επικρατούσα θεωρία για την ερμηνεία της Διεθνούς Πολιτικής τόσο σε θεωρητικό, όσο και σε πρακτικό επίπεδο, η ισχύς είναι εγγενές χαρακτηριστικό της πολιτικής, καθώς η διεθνής πολιτική αποτελεί πέρα από οτιδήποτε άλλο μια πολιτική ισχύος (power politics)[7] και συνεπώς υπάρχει μια ιεραρχία ισχύος ανάμεσα στα έθνη.

Στον αντίποδα της Ρεαλιστικής Θεωρίας συναντούμε την Ιδεαλιστική Θεωρία, στην λεγόμενη Πρώτη Συζήτηση των Διεθνών Σχέσεων. H ισχύς εξακολουθεί να έχει σημαντική θέση, αλλά δεν αποτελεί αυτοσκοπό, σε αντίθεση με τους Ρεαλιστές. Τα κράτη επιδιώκουν την διεθνή συνεργασία και αποδίδουν ιδιαίτερη έμφαση στους οικονομικούς δεσμούς των αμοιβαίων ανταλλαγών και εξαρτήσεων[8]. Υπάρχει, συνεπώς τόσο συνεργασία, όσο και σύγκρουση και συνεπώς τα κράτη ασχολούνται τόσο με θέματα υψηλής (high politics), όσο και χαμηλής πολιτικής(low politics)[9]. Επομένως, η ισχύς μπορεί να εκλάβει διαφορετικές σημασίες και να εμφανίζεται είτε ως δύναμη, σηματοδοτώντας την υλική πλευρά της ισχύος, είτε ως εξουσία αναφερόμενη στο νομιμοποιημένο δικαίωμα επιβολής της έναντι άλλων, είτε ως επιρροή που  συναντάται κυρίως στον τομέα του πνεύματος, του συναισθήματος και στον εσωτερικό, ψυχολογικό κόσμο του ατόμου[10].

Τα κράτη αποτιμούν την ισχύ τους στο διεθνές σύστημα με βάση ορισμένους συντελεστές, οι οποίοι ονομάζονται συντελεστές ισχύος και οποίοι διαφέρουν από κράτος σε κράτος και κατηγοριοποιούνται σε άυλους, σε υλικούς, καθώς και σε λειτουργικούς[11]. Επομένως, με κριτήριο το μέγεθός τους τα κράτη αξιολογούνται ως ισχυρότερα ή ασθενέστερα έναντι άλλων. Υπάρχει, επομένως, ένα συνοθύλευμα ενός σημαντικού αριθμού παραγόντων που καθορίζει εν πολλοίς τις κινήσεις ενός κράτους μέσα στην διεθνή σκακιέρα, καθιστώντας σαφές ότι η ισχύς έχει μια σχέση άρρηκτα και άμεσα συνυφασμένη με τους συντελεστές ισχύος.

 

Όπως παρατέθηκε ανωτέρω, οι συντελεστές ισχύος βρίσκονται σε άμεση συνάρτηση με την ισχύ. Η παράθεση των συντελεστών ισχύος γίνεται σε αυτό το σημείο προκειμένου να αξιολογηθεί η επιρροή του μεταναστευτικού ζητήματος πάνω σε αυτούς της Ελλάδος. Αρκετοί σημαντικοί θεωρητικοί των Διεθνών Σχέσεων έχουν δημιουργήσει πολλές κατηγοριοποιήσεις συντελεστών και έχουν δώσει άλλοτε περισσότερη και άλλοτε λιγότερη έμφαση σε μερικούς από αυτούς, όμως όλοι υπογραμμίζουν την σημασία τους για την επιβίωση του κράτους στο διεθνές σύστημα. Ο Nicholas Spykman για παράδειγμα, παραθέτει τους εξής συντελεστές: έκταση, πληθυσμός, φύση των συνόρων, πρώτες ύλες, οικονομική και τεχνολογική ανάπτυξη, νομισματική ισχύ, εθνική ομοιογένεια, κοινωνική συνοχή , πολιτική σταθερότητα και εθνικό φρόνημα.[12] O Hans Morgenthau, αναφέρεται στην γεωγραφία, στον πληθυσμό, στις φυσικές πηγές πλούτου, στην βιομηχανική ικανότητα, στην στρατιωτική προετοιμασία, στην εθνική ομοιογένεια, στο φρόνημα και στην ποιότητα της διπλωματίας.[13] Σαφώς, αυτοί οι κατάλογοι δεν είναι πλήρεις ούτε μπορούν να γίνουν, καθώς η χρήση των συντελεστών διαφέρει ανάλογα με την περίσταση και δεν έχουν ανεξάρτητη δυναμική ως προς τη συμβολή τους στην ισχύ ενός κράτους[14]. Για τον λόγο αυτό, τα κράτη δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν κάθε συντελεστή ισχύος  ξεχωριστά για κάθε ζήτημα που έγκειται της αρμοδιότητάς τους, αλλά εν αντιθέσει τους χρησιμοποιούν συνδυαστικά, προκειμένου να βελτιστοποιήσουν τα οφέλη τους.

Η Ελλάδα διαθέτει σχεδόν το σύνολο των αναφερθέντων συντελεστών ισχύος και σε αρκετούς είτε υπερισχύει, είτε υστερεί σε σύγκριση με άλλα κράτη. Το φλέγον, όμως, ζήτημα  είναι το πώς η μετανάστευση από άλλες χώρες  επηρεάζει αρνητικά κάποιους από αυτούς τους συντελεστές και αν ενεργεί εις βάρος της ισχύος του κράτους σε συνολικό επίπεδο ή σε ορισμένους τομείς , όπως η οικονομία ή η ασφάλεια. Βέβαια, κάθε συντελεστής ισχύος έχει άλλοτε θετική και άλλοτε αρνητική επίδραση στη δυναμική μιας χώρας και σε συνδυασμό, πάντοτε, με άλλους, δημιουργούν έναν συγκερασμό συντελεστών ισχύος, ο οποίος διαφέρει ανάμεσα στα κράτη, δίνοντάς τους ιδιαίτερα χαρακτηρηστικά και θέση στο σύστημα κρατών.

Η αναφορά στις επιπτώσεις της μετανάστευσης στην δυναμική ενός κράτους στη διεθνή πολιτική σκηνή, μολονότι στο παρόν κείμενο  αναφέρεται στην Ελλάδα, δεν έχει σημαντικές διαφορές ως προς την αρνητική συμβολή που παρατηρείται και σε άλλες χώρες της Ευρώπης (όπως για παράδειγμα η Ιταλία και η Γαλλία) και δεν αποκλείει το γεγονός να συναντώνται και εκεί τα ίδια φαινόμενα. Στην περίπτωση της Ελλάδας, οι συντελεστές ισχύος που συνδέονται είτε με θετικό είτε με αρνητικό πρόσημο με το μεταναστευτικό πρόβλημα είναι οι ακόλουθοι: γεωγραφία, φύση των συνόρων, πληθυσμός, ποιότητα της διπλωματίας και πολιτική σταθερότητα.

i.               Γεωγραφία

Η γεωγραφία μιας χώρας αποτελεί κατά γενικό κανόνα, πέρα από σημαντικό συντελεστή ισχύος, πρωτεύων παράγοντα στην επίρρωση της μετανάστευσης από και προς ένα κράτος. Στην περίπτωση της Ελλάδας ο έλεγχος της εισόδου των μεταναστών γίνεται δυσκολότερος εξαιτίας της γεωγραφικής ιδιομορφίας της και της θέσης της στον γεωπολιτικό χάρτη.  Η γεωγραφία υποστηρίζεται ότι συναρτάται με την έκταση μιας χώρας, με τη μορφολογία του εδάφους, τη θέση της στο άμεσο περιβάλλον της, δηλαδή τη γειτνίασή της με άλλες χώρες και, τέλος, το κλίμα της[15]. Το τρίτο συστατικό της γεωγραφίας, η γειτνίαση, είναι κατά πολλούς ο κύριος παράγοντας για την αύξηση της μαζικής μετακίνησης ατόμων και η αντιμετώπισή της είναι συνήθως θέμα των κρατών αποστολής και των κρατών υποδοχής. Για αυτόν ακριβώς το λόγο στην παρούσα μελέτη αναφέρω μόνο το στοιχείο της άμεσης γειτνίασης, καθώς αυτή είναι όχι μόνο  γενεσιουργός αιτία διενέξεων μεταξύ των κρατών, αλλά επίσης και παράγοντας ανάπτυξης[16]. Μια φιλικά προσκείμενη γειτνιάζουσα χώρα, ως εκ τούτου, προσφέρει ασφάλεια και βεβαιότητα, συνεργασία και ανάπτυξη, ενώ μια εχθρικά προσκείμενη χώρα είναι αιτία αβεβαιότητας και συνεχούς πολεμικής κινητικότητας και γεννά συνεχείς προσπάθειες για ισορροπία ισχύος  ανάμεσα στις γείτονες χώρες[17].  Για το λόγο αυτό, η επίλυση ζητημάτων που αφορούν την παράνομη μετανάστευση  στηρίζεται στις κοινώς αποδεκτές πρακτικές μεταξύ των κρατών αυτών. Επομένως, η αντιμετώπιση του ρεύματος παράνομων μεταναστών στην Ελλάδα, ερχόμενο από την Τουρκία, είναι ζήτημα των σχέσεων των δύο χωρών[18], οι οποίες, ωστόσο δεν δείχνουν να έχουν φέρει ιδιαίτερα αποτελέσματα ως σήμερα.

ii.               Φύση των συνόρων

Σε συνδυασμό με τη γεωγραφία συνήθως εξετάζεται και η φύση των συνόρων. Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι τα σύνορα αρκετά συχνά μεταβάλλονται λόγω των κελευσμάτων και των αναγκών που δημιουργούνται λόγω του εκάστοτε status quo με την πάροδο του χρόνου. Είναι η γραμμή αντιπαράθεσης, δηλαδή, των γειτνιαζουσών χωρών σε περίπτωση που κάποια εγείρει εδαφικές αξιώσεις. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των Ανατολικών συνόρων της χώρας μας είναι ότι όχι μόνο αποτελούν σύνορα με μια χώρα η οποία αποτελεί την κύρια αρωγό της μεταναστευτικής ροής στη χώρα μας, σε συνάρτηση με μεταναστευτικά ρεύματα από χώρες της Ανατολική Μεσογείου, λόγω των συνεχών και σε μεγάλη έκταση και ένταση αναταραχών στην ευρύτερη περιοχή, είναι επίσης το γεγονός ότι ως επί το πλείστον είναι θαλάσσια και για αυτό το λόγο είναι ιδιαίτερα δύσκολο να ελεγχθεί η μεταναστευτική ροή μέσω του Αιγαίου, αλλά και χερσαία, όπως στην περιοχή του Εύρου. Επομένως μια πολιτική προστασίας των συνόρων είναι ιδιαίτερα σημαντική.

iii.               Πληθυσμός

Ο πληθυσμός αποτελεί εξίσου ένα σημαντικό συντελεστή ισχύος και, όπως και η γεωγραφία μιας χώρας έχει τόσο θετικές, όσο και αρνητικές επιπτώσεις για την εσωτερική, την εξωτερική και αμυντική πολιτική μιας χώρας. Σαφώς, όπως η γεωγραφία συνδέεται με τα σύνορα, έτσι και ο πληθυσμός αρκετές φορές  εξετάζεται με το φρόνημα και την εθνική ομοιογένεια. Είναι, δηλαδή, άρρηκτα συνυφασμένες έννοιες και οι λειτουργίες τους πρέπει να παρατηρούνται συνδυαστικά και όχι μεμονωμένα. Επομένως, σε περίπτωση σύγκρουσης, η διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού αντιμετωπίζει δυσκολίες, λόγω της έλλειψης, του παράγοντα της ομοιογένειας. Η Ελλάδα υποστηρίζεται ότι είναι μια σχετικά ομοιογενής χώρα, με υψηλό εθνικό φρόνημα και κοινωνική συνοχή. Ωστόσο, η κοινωνική συνοχή, είναι ένας συντελεστής, ο οποίος θεωρείται ότι δέχεται τις περισσότερες αρνητικές συνέπειες[19].  Άλλωστε ο ορισμός για την μετανάστευση μεταξύ άλλων μπορεί να ορισθεί ως εξής « μετανάστευση σημαίνει να αφήνεις το σπίτι σου και να αποκτάς μόνιμη κατοικία στο σπίτι ενός άλλου. Αυτό αποφέρει τη σύγκρουση ανάμεσα στους κανόνες της οικίας στο νέο μέρος και των νορμών συμπεριφοράς που φέρουν μαζί τους οι μετανάστες. Αυτοί αναζητούν να χτίσουν ένα μέρος το οποίο θα αποκαλούν σπίτι και να ακολουθήσουν τις προτιμήσεις τους. Αυτό εμπεριέχει διαπραγματεύσεις μεταξύ γειτόνων»[20]. Είναι δηλαδή ένα φαινόμενο το οποίο χρειάζεται συνεχή διάλογο μεταξύ των κοινωνικών ομάδων του πληθυσμού.

iv.               Διπλωματία

Η ποιότητα της διπλωματίας, αποτελεί σημαντικό μέσο ενός κράτους, τόσο για την αποτροπή μιας κατάστασης, όσο για την έγκαιρη λήψη αποφάσεων. Είναι ο χειρισμός των σχέσεων μεταξύ κρατών και άλλων οντοτήτων με υπόσταση στη διεθνή πολιτική από επίσημους αντιπροσώπους και με ειρηνικά μέσα.[21] Υπό αυτή τη μορφή πρέπει να γίνονται οι διαπραγματεύσεις για θέματα κοινού ενδιαφέροντος, όπως η μετανάστευση, με πλουραλισμό δρώντων και με ειρηνικά μέσα, σύμφωνα με τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ[22]. Συνεπώς,  όπως υποστηρίζεται, η μετανάστευση είναι ζήτημα κοινού ενδιαφέροντος και μπορεί να λυθεί μόνο μέσω της διπλωματικής οδού και με τα εργαλεία που δίνει αυτή. Επιπλέον, ως θέμα κοινού ενδιαφέροντος είναι αναγκαίο να υπάρχει δέσμευση ανάμεσα στα μέρη που οδηγούνται σε λήψη κοινών αποφάσεων, προκειμένου να υπάρχει λύση. Είναι δηλαδή βασισμένη στην αμοιβαιότητα μεταξύ των κρατών και την νομιμοφροσύνη στα υπογεγραμμένα. Μάλιστα η νομιμοφροσύνη στις διεθνείς σχέσεις, είναι ένα στοιχείο που διατηρεί το σύστημα κρατών σε τάξη στο πλαίσιο της λογικής pacta sunt servanda [23].

Επιπλέον, πέρα από τις διμερείς διπλωματικές σχέσεις Ελλάδας Τουρκίας, σημαντικό ρόλο έχουν και οι σχέσεις της Ε.Ε. με την Τουρκία για την παράνομη μετανάστευση. Τον Ιούνιο του 2012, η Επιτροπή και η Τουρκία μονογράφησαν συμφωνία επανεισδοχής [24], η οποία αντικατοπτρίζει το κοινό τους ενδιαφέρον για μια αποτελεσματικότερη διαχείριση της μετανάστευσης και της διαχείρισης των συνόρων. Το εγκριθέν κείμενο ορίζει σαφείς υποχρεώσεις και διαδικασίες για τις αντίστοιχες αρχές για την ταχεία επιστροφή προσώπων (συμπεριλαμβανομένων των υπηκόων τρίτων χωρών) που κατοικούν παράνομα στην επικράτειά τους, με πλήρη σεβασμό του διεθνούς δικαίου και των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Μόλις τεθεί σε ισχύ, η συμφωνία θα ενισχύσει επίσης περαιτέρω τον διάλογο και τη συνεργασία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Τουρκίας στον τομέα των εσωτερικών υποθέσεων πολιτικής και θα ενθαρρύνει και τις δύο πλευρές να σημειώσουν πρόοδο όσον αφορά την προοπτική ελευθέρωσης του καθεστώτος των θεωρήσεων.[25]

v.               Πολιτική Σταθερότητα

H πολιτική σταθερότητα στο εσωτερικό ενός κράτους θεωρείται ως ένας συντελεστής που είναι έντονα συνδεδεμένος με την μετανάστευση. Πέρα από το γεγονός ότι αποτελεί αιτία της μετανάστευσης (για παράδειγμα η πολιτική αστάθεια σε χώρες της Μ.Ανατολής έχει ως αποτέλεσμα αρκετά άτομα να εγκαταλείπουν τις περιοχές τους προκειμένου να είναι ασφαλείς), η πολιτική αστάθεια αποτελεί και αιτιατό της. Είναι γεγονός ότι ακραίες καταστάσεις, δημιουργούν ακραίες αντιδράσεις και όσον αφορά την πολιτική αυτό οδηγεί σε διολίσθηση σε ακραίες ιδεολογίες, όπως παρατηρείται την διετία 2011-2012 σε αρκετές χώρες της Ευρωπαικής Ένωσης .

Γ. Ευρωπαική Προσέγγιση για την Μετανάστευση.

 

Η σταδιακή µετατροπή όλων των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε χώρες υποδοχής µεταναστών καθιστά τη µεταναστευση ως ένα κοινό χαρακτηριστικό των κρατών-µελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το γεγονός αυτό σε συνδυασµό µε τον στόχο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και την διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνδυάζεται όλο και πιο στενά µε την αναγκαιότητα χάραξης µιας κοινής ευρωπαϊκής µεταναστευτικής πολιτικής.[26] Η Ε.Ε. οφείλει να έχει μια κοινή μεταναστευτική πολιτική, η οποία να μπορεί να προσαρμοσθεί στις ανάγκες και των 28, πλέον, χωρών της.

Επιπλέον, λόγω των πιέσεων που ασκούνται από το μεταναστευτικό ζήτημα εντός της Ε.Ε. καθίσταται αναγκαία η εξεύρεση ενός τρόπου για την εφαρμογή μίας πολιτικής συνεπούς προς τις άλλες πολιτικές, βάσει των εργασιών που έχουν αρχίσει, ειδικότερα στο θέμα της νόμιμης μετανάστευσης, της ένταξης, της καταπολέμησης κατά της παράνομης μετανάστευσης και της εταιρικής σχέσης με τις τρίτες χώρες και τηρουμένων των σημερινών αρμοδιοτήτων της ΕΕ οι οποίες καθορίζονται από τις Συνθήκες.

«Παρότι η μετανάστευση έχει σημαντική θέση στην πολιτική ημερήσια διάταξη της Ένωσης, η Αραβική Άνοιξη και τα γεγονότα στη Νότια Μεσόγειο το 2011 υπογράμμισαν περισσότερο την ανάγκη για μια συνεκτική και ολοκληρωμένη μεταναστευτική πολιτική για την ΕΕ. Αυτός είναι ο λόγος που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή  πρότεινε να ενισχυθεί ο διάλογος και η επιχειρησιακή συνεργασία με χώρες εταίρους εκτός ΕΕ στον τομέα της μετανάστευσης και της κινητικότητας, με εμβάθυνση των προτάσεων που περιέχονται στην ανακοίνωση για την εταιρική σχέση με τις χώρες της Νότιας Μεσογείου για τη δημοκρατία και την κοινή ευημερία.» [27] Η νέα προσέγγιση αναλύεται λεπτομερώς στην ανανεωμένη «Σφαιρική προσέγγιση για τη μετανάστευση και την κινητικότητα» που τοποθετεί την κινητικότητα των υπηκόων τρίτων χωρών στο επίκεντρό της και καθιστά τις εταιρικές σχέσεις περισσότερο βιώσιμες [28].

Μετά τη δρομολόγηση της συνολικής προσέγγισης της μετανάστευσης και της κινητικότητας (ΣΠΜΚ), τον Νοέμβριο 2011, η ΕΕ και τα κράτη μέλη της θέσπισαν μία ευρεία και  πραγματικά συνολική μεταναστευτική πολιτική η οποία εξετάζει όλες τις πτυχές της μετανάστευσης και της κινητικότητας βάσει των ανησυχιών και των στόχων των χωρών εταίρων. Η Συνολική Προσέγγιση της Μετανάστευσης και της Κινητικότητας, ευθυγραμμισμένη πλήρως με τις εξωτερικές πολιτικές της Ένωσης, έλαβε πλήρη στήριξη από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κατά τη διάρκεια του 2012.[29]

Επίσης, τον Ιούνιο του 2012, η Επιτροπή δημοσίευσε την τρίτη ετήσια έκθεσή της για τη μετανάστευση και το άσυλο, η οποία παρέχει μια ανάλυση για το τι μέλλει γενέσθαι με βάση τις εξελίξεις που σημειώθηκαν το 2011, έχοντας ως έναν από τους πρωταρχικούς στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι να εξασφαλίσει στους πολίτες της έναν χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης χωρίς εσωτερικά σύνορα. Για να τον επιτύχει, η Επιτροπή, σε συνεργασία με τους συννομοθέτες, εξακολούθησε το 2012 να εργάζεται σύμφωνα με το πρόγραμμα της Στοκχόλμης 2010–2014.[30]

Η GAMM (ΣΠΜΚ) αποτελεί το βασικό πλαίσιο της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ για την πολιτική στον τομέα της μετανάστευσης. Συγκεκριμενοποιεί τον τρόπο με τον οποίο η ΕΕ επιθυμεί να οργανώσει το διάλογο και τη συνεργασία με τρίτες χώρες στον τομέα της μετανάστευσης και του ασύλου. Η GAMM ενσωματώνει όλες τις πολιτικές που αφορούν τη μετανάστευση και συνδέονται με τρίτες χώρες (π.χ. καλύτερη οργάνωση της νόμιμης μετανάστευσης/βελτίωση της ορθά διαχειρι-ζόμενης κινητικότητας· αποτρέπει και καταπολεμά την παράνομη μετανάστευση καταπολεμά την εμπορία ανθρώπων· μεγιστοποιεί τον αντίκτυπο της ανάπτυξης της μετανάστευσης και της κινητικότητας· προωθεί τη διεθνή προστασία και βελτιώνει την εξωτερική διάσταση του ασύλου). Η GAMM είναι καλά εναρμονισμένη με την εξωτερική πολιτική της ΕΕ και την αναπτυξιακή πολιτική της ΕΕ. Συνδέεται με τις εσωτερικές πολιτικές, τη στρατηγική «Ευρώπη 2020», καθώς και τις πολιτικές για την απασχόληση και την εκπαίδευση. Εφαρμόζεται από κοινού από την Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) και τα κράτη μέλη, έτσι ώστε να μπορεί η ΕΕ να ομιλεί με μία φωνή στον εν λόγω τομέα, σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λισαβόνας[31].

Τέλος, τον Μάρτιο του 2012 η ΕΕ ενέκρινε το «κοινό πρόγραμμα της ΕΕ για την επανεγκατάσταση», θεωρώντας ότι η επανεγκατάσταση των προσφύγων δεν αποτελεί μόνο μέτρο που σώζει ζωές, αλλά σημαντική χειρονομία αλληλεγγύης από την πλευρά των χωρών της ΕΕ προς τρίτες χώρες που φιλοξενούν μεγάλους αριθμούς μεταναστών. Το πρόγραμμα επανεγκατάστασης θα προσδιορίσει έναν ευρύτερο κατάλογο των προσφύγων των οποίων η επανεγκατάσταση θα είναι επιλέξιμη για χρηματοδότηση από την ΕΕ. Θα υπάρχουν επίσης ευρωπαϊκές προτεραιότητες επανεγκατάστασης, προσδιορίζοντας τις εθνικότητες των προσφύγων και τις χώρες από τις οποίες θα πρέπει να λάβει χώρα η επανεγκατάσταση ως προτεραιότητα και για τις οποίες διατίθεται χρηματοδότηση από την ΕΕ. Επίσης, το πρόγραμμα θα προσφέρει πρόσθετα οικονομικά κίνητρα για τα κράτη μέλη που αρχίζουν να συμμετέχουν σε δραστηριότητες επανεγκατάστασης.[32]

Οι δράσεις της Ένωσης πάνω στο ζήτημα βασίζονται στις αρχές της αναλογικότητας και της επικουρικότητας[33], προκειμένου να υπάρξει συνεργασία τόσο με τα κράτη-μέλη της Ευρωπαικής Έωσης ,αλλά και με τρίτες. Διότι, όπως αναφέρει ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, επικαλούμενος  τη Διακήρυξη του Ρομπέρ Σουμάν, η Ευρώπη πρέπει να επιτελέσει το καθήκον της τόσο προς την Αφρική και όσο  στην Ασία.[34]

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ: ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Δ. Μετανάστευση και Διεθνής Πολιτική Οικονομία

 

Στις Διεθνείς Σχέσεις τα τελευταία χρόνια αναπτύσσεται μια σχέση ανάμεσα στην Πολιτική και την Οικονομία, η οποία είναι αντικείμενο μελέτης της Παγκόσμιας Πολιτικής Οικονομίας. Το διεπιστημονικό πεδίο της Παγκόσμιας ή Διεθνούς Πολιτικής Οικονομίας, μολονότι είναι νέο στα Πανεπιστήμια της Δύσης[35], αναπτύσσεται όλο και περισσότερο ως ένας συγκερασμός των Πολιτικών Επιστημών με τα Οικονομικά και διαπερνά τα όρια ανάμεσα σε αυτές τις δύο επιστήμες, στο εθνικό και στο διεθνές επίπεδο. Τα γεγονότα στην παγκόσμια οικονομία επηρεάζουν τόσο τις εθνικές στρατηγικές, όσο και τις πολιτικές αντιπαραθέσεις[36] και για αυτό το λόγο η μετανάστευση πρέπει να εξετάζεται υπό το πρίσμα και των οικονομικών σχέσεων μεταξύ των κρατών.

Επομένως, όπως από διεθνολογικής σκοπιάς η μετανάστευση συνδέεται με αλλαγές στους συντελεστές ισχύος, σε συνδυασμό με γεωπολιτικούς παράγοντες, η ΔΠΟ (ή ΠΠΟ) ασχολείται με τα αίτια και τις οικονομικές επιπτώσεις της μετανάστευσης και την εντάσσει στο αναλυτικό πεδίο της διεθνούς κίνησης συντελεστών παραγωγής.

Αναμφίβολα, η μετανάστευση, άρρηκτα συνυφασμένη με την οικονομία, πρέπει να εξετασθεί τόσο σε εθνικό, όσο και υπερεθνικό επίπεδο στα πλαίσια της ΠΠΟ και σε συνδυασμό με συγκεκριμένους τομείς, όπως η εργασία, οι μισθοί, καθώς και η ανεργία.  Η οικονομική μετανάστευση προκαλείται από την ίδια την αναπτυξιακή διαδικασία την οποία και επηρεάζει, καθώς στηρίζεται στην ίδια την κινητικότητα εργασίας και έτσι αυτή εξυπηρετείται σε εθνική και παγκόσμια κλίμακα.[37].  Χαρακτηρίζεται δηλαδή από την δυνατότητα εκμετάλλευσης του εργατικού δυναμικού, σε φθηνή βάση εργασίας, στις περιπτώσεις που οι μετανάστες προέρχονται από χώρες με χαμηλότερα εισοδήματα, προκειμένου να επέλθει ανάπτυξη στην χώρα υποδοχής.

Σύμφωνα με την νεοκλασική θεωρία, τα αίτια της μετανάστευσης ανάγονται στις επιλογές του ίδιου του μετανάστη, καθώς αυτός επιλέγει το πού θα μεταναστεύσει, αναλογιζόμενος την βελτιστοποίηση των κερδών του και την ικανοποίηση των συμφερόντων του σε συνδυασμό με τις επικρατούσες συνθήκες.[38] Αντίστοιχα με τον οικονομικό εθνικισμό, στον οποίο τα κράτη δρούν με βάση το εθνικό τους συμφέρον και με όρους ισχύος έχοντας στο επίκεντρο την προστασία της εθνικής μονάδας[39], έτσι και οι μετανάστες βάζουν στο επίκεντρο των δράσεών τους το δικό τους συμφέρον.

α. Λόγοι Μετανάστευσης

 

Οι οικονομικοί λόγοι για την αύξηση της μετανάστευσης προς την Ευρωπαική Ενωση και την Ελλάδα είναι αρκετοί και εντοπίζονται τόσο σε μικροοικονομικό όσο και σε μακροοικονομικό επίπεδο. Κυρίως, οι χαμηλοί ρυθμοί ανάπτυξης χωρών όπως αυτές των Βαλκανίων και της κεντρικής Ασίας, η διόγκωση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων στις πλούσιες και τις φτωχές χώρες, αλλά και η γήρανση του εργατικού δυναμικού είναι από τους παράγοντες που προκαλούν και θα προκαλούν και στο μέλλον τη μετακίνηση πληθυσμών.[40] Βέβαια, υπάρχουν και άλλοι λόγοι πέραν αυτών, όπως η εμπόλεμη κατάσταση σε μια χώρα, περιβαλλοντολογικές καταστροφές και πολιτικές αστάθειες, έχουν υψηλή θέση στη λίστα με τους παράγοντες που ευνοούν την μετανάστευση. Επίσης, πολύ θεωρούν ότι μερικοί ακόμη λόγοι είναι ο υπερπληθυσμός, ο οποίος αναμένεται να φθάσει το 2050 τα 8 δις  ή ακόμα και τα 12, καθώς και η ανεπάρκεια τροφής.[41] Παράγοντες, δηλαδή, οικονομικοί, κοινωνικοί, πολιτικοί και πολιτιστικοί.

Η ελληνική οικονομία, και πιο συγκεκριμένα ορισμένοι τομείς της (γεωργία, κτηνοτροφία, οικιακή φροντίδα, τουρισμός και ενδιαίτηση, οικοδομές και δημόσια έργα), στηρίζουν την απρόσκοπτη λειτουργία τους στην απασχόληση μεταναστών εργαζομένων. Το συμπέρασμα είναι, συνεπώς, ότι η ελληνική οικονομία χαρακτηρίζεται από εσωτερικά διαχωρισμένη αγορά εργασίας με πολλά στεγανά μεταξύ  των τομέων απασχόλησης.[42]

Όσο περισσότερο διευρύνεται το φαινόμενο της Παγκοσμιοποίησης, τόσο περισσότερο διευρύνονται και οι ανισότητες, καθώς και το χάσμα ανάμεσα σε πλούσιες και φτωχές χώρες.[43] Όσον αφορά τις χώρες και τις οικονομίες τους παρατηρείται, όπως προαναφέρθηκε, ένα χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών χωρών ανάλογα με το per capita εισόδημα. Αυτό το χάσμα αποτελεί συνήθως τον κύριο λόγο που έχουμε μετανάστευση από συγκεκριμένες χώρες σε άλλες. Πιο συγκεκριμένα, η διάκριση γίνεται ανάμεσα στις οικονομίες χαμηλού εισοδήματος, όπως το Πακιστάν, η Ινδία κτλ, στις οικονομίες σχετικά χαμηλού-μεσαίου εισοδήματος, όπως η Κίνα ή χώρες της Λατινικής Αμερικής, στις οικονομίες σχετικά υψηλού-μεσαίου εισοδήματος, όπως αρκετές χώρες της Ε.Ε. και, τέλος,  στις οικονομίες υψηλού εισοδήματος, όπως ορισμένες ανεπτυγμένες χώρες.[44] Επομένως, αυτή η διαφορά του κατά κεφαλήν εισοδήματος είναι ένας ακόμη λόγος ο οποίος ευνοεί τη μετανάστευση, αλλά και την διάκριση σε ανεπτυγμένες και μη χώρες. Επίσης, η γήρανση του πληθυσμού και η υπογενετικότητα δυσχεραίνουν την κατάσταση και ευνοούν την μετανάστευση, ιδιαίτερα στην παραγωγική διαδικασία και στους κλάδους έντασης εργασίας.

i.               Οικονομική Ανάπτυξη

Αναφορικά με την οικονομική ανάπτυξη, θεωρείται ότι η μετανάστευση έχει τόσο θετικά, όσο και αρνητικά αποτελέσματα, τόσο στην χώρα προέλευσης, όσο και στην χώρα εγκατάστασης. Η μετακίνηση του πληθυσμού επηρεάζει σημαντικά τόσο την οικονομική ανάπτυξη της χώρας από την οποία οι μετανάστες μετακινούνται, όσο και εκείνης προς την οποία κατευθύνονται[45]. Επομένως, η μετανάστευση χαρακτηρίζεται από μια ισχυρή δυναμική μετακίνηση ατόμων από χώρες χαμηλού βιοτικού επιπέδου σε άλλες πιο οικονομικά και κοινωνικά αναπτυγμένες και οι κύριοι τομείς απασχόλησης είναι κυρίως, η γεωργία, η κτηνοτροφία, η κλωστουφαντουργία, οι κατασκευές και ο καθαρισμός. Τομείς, δηλαδή, στους οποίους οι γηγενείς πληθυσμοί είναι απρόθυμοι να εργασθούν, λόγω των αντίξοων συνθηκών εργασίας και των χαμηλών ημερομισθίων. Αποτελούν δηλαδή αναπόσπαστο μέρος της αγοράς εργασίας, ιδιαίτερα σε τομείς που δεν χρειάζονται ιδιαίτερη εξειδίκευση ή υψηλό μορφωτικό επίπεδο.

ii.               Διεθνής Κινητικότητα Εργασίας

Σημαντική είναι η σχέση της μετανάστευσης με την διεθνή κινητικότητα εργασίας. Πολύ συχνά, οι περιορισμοί στις διεθνείς ροές της εργασίας είναι πολυάριθμοι. Επομένως, η κινητικότητα εργασίας είναι λιγότερο διαδεδομένη στην πράξη από την κινητικότητα κεφαλαίου.[46]  Για την καλύτερη κατανόηση της διεθνούς κίνησης κεφαλαίου, οι Krugman και Οbstfeld, στο βιβλίο τους «Διεθνής Οικονομική» χρησιμοποιούν ένα απλό παράδειγμα με δύο χώρες, την Ημεδαπή και την Αλλοδαπή. Ας υποθέσουμε ότι οι εργαζόμενοι μπορούν να μετακινούνται από την Ημεδαπή προς την Αλλοδαπή. Η μετακίνηση αυτή θα μειώσει το εργατικό δυναμικό της Ημεδαπής, και επομένως θα αυξήσει τον πραγματικό μισθό σε αυτή, ενώ θα οδηγήσει στην αύξηση του εργατικού δυναμικού και τη μείωση του πραγματικού μισθού στην Αλλοδαπή. Αν δεν υπάρχουν εμπόδια στην κίνηση της εργασία, η διαδικασία αυτή θα συνεχιστεί μέχρι ότου το οριακό προιόν της εργασίας εξομοιωθεί στις δύο χώρες. Επομένως, παρατηρούνται τα ακόλουθα:

  1. Οι πραγματικοί μισθοί αυξάνουν στην Ημεδαπή, ενώ μειώνονται στην Αλλοδαπή.
  2. Το όφελος της Αλλοδαπής είναι μεγαλύτερο από την απώλεια της Ημεδαπής
  3. Εκείνοι που αρχικά εργάζονταν στην Ημεδαπή εισπράττουν μεγαλύτερους πραγματικούς μισθούς, αλλά εκείνοι που εργάζονταν αρχικά στην Αλλοδαπή εισπράττουν χαμηλότερους πραγματικούς μισθούς.[47]

Έτσι αναπαράγεται στην πραγµατικότητα µία πολιτική εισόδου µεταναστών που στοχεύει στον απόλυτο κρατικό έλεγχο των ροών µε κριτήριο την κάλυψη της ζήτησης σε ειδικότητες οι οποίες δεν προσφέρονται επαρκώς στην εγχώρια αγορά εργασίας, ενώ γίνεται δεκτή η ανάγκη µιας εφάπαξ νοµιµοποίησης των µεταναστών που βρίσκονται ήδη στην Ελλάδα.[48].

iii.               Φθηνή Εργασία

Το επιχείρημα της φτηνής εργασίας υποστηρίζει ότι ο εξωτερικός ανταγωνισμός είναι αθέμιτος και πλήττει άλλες χώρες όταν βασίζεται σε χαμηλούς μισθούς, κάτι που ευνοείται, βέβαια, από την μετανάστευση και σε συνδυασμό με το εμπόριο. Πράγματι, η άποψη αυτή είναι διαδεδομένη και έχει αποκτήσει σημαντική πολιτική επιρροή[49] και είναι ιδιαίτερα προσφιλής στα εργατικά συνδικάτα. Ωστόσο, το επιχείρημα αυτό αποτελεί πλάνη κατά τους Krugman και Οbstfeld χρησιμοποιώντας το ακόλουθο επιχείρημα: Έχουμε την Ημεδαπή και την Αλλοδαπή και δύο τομείς παραγωγής,έναν κρασιού και έναν τυριού. Η Ημεδαπή είναι παραγωγικότερη από την Αλλοδαπή τόσο στον κλάδο της οινοποιίας όσο και στον κλάδο της τυροκομίας, και το χαμηλότερο κόστος στην παραγωγή κρασιού της Αλλοδαπής οφείλεται αποκλειστικά στο πολύ χαμηλότερο ύψος του ωρομισθίου. Το χαμηλότερο αυτό ύψος του ωρομισθίου της Αλλοδαπής είναι, όμως, άσχετο με το ζήτημα του οφέλους από το εμπόριο της Ημεδαπής. Αν το χαμηλότερο κόστος του κρασιού που παράγεται στην Αλλοδαπή οφείλεται στην υψηλή παραγωγικότητα ή τους χαμηλούς μισθούς, λίγο ενδιαφέρει. Αυτό που ενδιαφέρει την Ημεδαπή είναι ότι το φθηνότερο για αυτήν ως προς την δική της εργασία είναι να παράγει τυρί και να το ανταλλάσσει με κρασί, αντί να παράγει κρασί η ίδια.[50] Είναι βέβαιο ότι σε αρκετές περιπτώσεις η φθηνή εργασία που προσφέρεται από τους μετανάστες, έχει ως αποτέλεσμα σε πολλές περιπτώσεις την διάκριση και τον αποκλεισμό κάποιων ομάδων (όπως σε πολλές περιπτώσεις οι γηγενείς πληθυσμοί), προκειμένου να υπάρχει κέρδος στους εργοδότες. Βέβαια, υπάρχει και η άποψη η οποία υποστηρίζει ότι με την πρακτική αυτή αρκετές επιχειρήσεις μπορούν να ανταποκριθούν επαρκέστερα στα κελεύσματα του ανταγωνισμού και να αυξήσουν την παραγωγή τους.

iv.               Επιπτώσεις και Αποτελέσματα

Όπως έχει προαναφερθεί, η σύγχρονη παγκόσμια οικονομία χαρακτηρίζεται από εντεινόμενο κατακερματισμό των αγορών εργασίας[51] και αυτό διευκολύνει τη συνεχή μετακίνηση μεταναστών χαμηλής ειδίκευσης, με προσωρινή παραμονή στην χώρα υποδοχής τους. Παρόλο, όμως, που βοηθά ορισμένες τάξεις να προσαρμοστούν στις ανάγκες του ανταγωνισμού της ελεύθερης αγοράς, κατά γενικό κανόνα έχει συνέπειες για την κρατική οικονομία.

Όπως προαναφέρθηκε, οι συνέπειες τις μετανάστευσης, αφορούν αφενός την χώρα προέλευσης και αφετέρου την χώρα υποδοχής. Αναφορικά με την χώρα προέλευσης, τα αποτελέσματα είναι συνήθως θετικά. Παρατηρείται αύξηση της εισροής χρήματος στη χώρα, λόγω των εμβασμάτων, περιορίζεται η πίεση από την πληθυσμιακή αύξηση και μειώνεται ο αριθμός των ατόμων που αναζητούν εργασία. Αναφορικά με την χώρα υποδοχής, επικρατεί η γενική θεώρηση ότι ότι οι μετανάστες δημιουργούν θετικά αποτελέσματα.[52]

Επίσης, οι μετανάστες αποτελούν, όπως αναφέρθηκε, φθηνό εργατικό δυναμικό, με αποτέλεσμα να θεωρείται ότι αυτό συμβάλλει στην παραοικονομία, με αποτέλεσμα να διογκώνεται το μέρος εκείνο του ΑΕΠ που δεν καταγράφεται και να χάνει η κυβέρνηση φορολογικά έσοδα.[53] Ωστόσο, οι μετανάστες, πέρα από εργάτες αποτελούν και καταναλωτές. Είναι μέρος δηλαδή της ενεργούς ζήτησης στη χώρα που τους φιλοξενεί και συμβάλλουν στην οικονομία της και λόγω της δράσης τους αυτής, αλλά όχι σε ιδιαίτερα μεγάλο επίπεδο.

Μία εκ των κυριότερων συνεπειών στην οικονομία μιας χώρας, είναι η ανεργία στο κομμάτι του γηγενούς πληθυσμού. Με την προσφορά φθηνότερης εργασίας και υπηρεσιών οι μετανάστες γίνονται πιο ανταγωνιστικοί συγκριτικά με τους γηγενείς πληθυσμούς, με αποτέλεσμα να είναι αυτοί οι οποίοι μπορούν να προσληφθούν ευκολότερα. Επίσης, η  δραστηριοποίηση των μεταναστών σε συγκεκριμένους τομείς, είχε ως αποτέλεσμα να χαθεί κάθε ευκαιρία και κίνητρο τεχνολογικής προόδου, καθώς οι επιχειρήσεις για να παραμείνουν ανταγωνιστικές και να μειώσουν το κόστος παραγωγής τους και την ειδίκευση σε εργατικό δυναμικό, προσαρμόσθηκαν στην παλιά τεχνολογία έντασης εργασίας.

β. Μετανάστες και ΑΕΠ

 

Η συμμετοχή των οικονομικών μεταναστών στο στη δημιουργία του Ακαθάριστου Εγχώριου Προιόντος αποτυπώνεται σε έναν Πίνακα Κοινωνικής Λογιστικής, ο οποίος διακρίνει τους μετανάστες ως μια ανεξάρτητη θεσμική ομάδα που τα μέλη της συμμετέχουν στην παραγωγική διαδικασία, αμείβονται, διανέμουν την προστιθέμενη αξία τους στα νοικοκυριά, τα οποία στη συνέχεια, από αυτά τα εισοδήματα, δαπανούν για αγαθά και υπηρεσίες είτε μεταβιβάζουν ποσά σε άλλα νοικοκυριά ή στο εξωτερικό (εμβάσματα) είτε τα αποταμιεύουν.[54] Ο ΠΚΛ δίνει μια ολοκληρωμένη εικόνα για τη λειτουργία της  οικονομίας στους τομείς της παραγωγής, της απασχόλησης, της διανομής εισοδήματος, της κατανάλωσης, του σχηματισμού κεφαλαίου, στις μεταβιβάσεις των εισοδημάτων μεταξύ των θεσμικών φορέων κ.ά. Αποτελεί ένα μακροοικονομικό στατιστικό πλαίσιο με πολύ μεγαλύτερη στατιστική πληροφόρηση από ότι οι τυπικοί πίνακες Εισροών-Εκροών και των Εθνικών Λογαριασμών και μπορεί να εφαρμοσθεί στην ανάλυση και αξιολόγηση των διαφόρων οικονομικών μεταβολών.[55] Στην Ελλάδα, η εκτίμηση του ΑΕΠ εμφανίζεται με τρείς εναλλακτικές προσεγγίσεις. Την προσέγγιση της δαπάνης, την προσέγγιση της δημιουργίας του εισοδήματος και την προσέγγιση της παραγωγής.[56] Σίγουρα, το ποσοστό συμμετοχής των οικονομικών μεταναστών στο ΑΕΠ είναι πάρα πολύ μικρό, καθώς αυτό δεν περιλαμβάνει τις έμμεσες ή δευτερογενείς επιδράσεις της παρουσίας των μεταναστών στο οικονομικό κύκλωμα της χώρας[57].

E. Επίλογος

Δίχως αμφιβολία, η μετανάστευση αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα φαινόμενα της Διεθνούς Πολιτικής τόσο σε επίπεδο διεθνολογικό, αλλά και διεθνούς πολιτικής οικονομίας. Για άλλους αποτελεί μια Δαμόκλειο Σπάθη, ενώ για άλλους μια ευκαιρία για οικονομική ανάπτυξη. Σε επίπεδο οικονομικό, αλλά κυρίως πολιτικό οι Κυβερνήσεις πρέπει να λάβουν μέτρα για την έξυπνη εκμετάλλευσή της. Στην περίπτωση της Ε.Ε. η Κοινή Πολιτική για την Μετανάστευση πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα στην agenda των αρχηγών Κρατών  και Κυβερνήσεων, διότι λύση μπορεί να έλθει μόνο σε  επίπεδο πολυμερών και συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Όπως αναφέρει ο Παναγιώτης Ι. Κανελλόπουλος, «το χρέος της Ευρώπης προς τις χώρες του Τρίτου Κόσμου επιτάσσει όπως η φροντίδα προς τους λαούς της Αφρικής εκδηλωθεί στην Αφρική, στις πατρίδες αυτών των δυστυχισμένων ανθρώπων […] Να γίνουν αφέντες στην χώρα τους και όχι δούλοι στην Ευρώπη.[58]» Αναφορικά με την Ελλάδα, το φαινόμενό αυτό, πέρα από το γεγονός ότι καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την οικονομική ζωή της χώρας, αποτελεί και ένα φαινόμενο στο οποίο πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση, ιδιαίτερα στο επίπεδο της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής.

Φώτης Στραβοραβδής

Προπτυχιακός φοιτητής του Τμήματος Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών Πανεπιστημίου Πειραιά


[1] John Maynard Keynes , « The economic consequences of the Peace » , Harcourt Brace and Howe , New York  1920 .

[2] Άρθρα 2,3 και 4 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ε.Ε.

[3] H. Bull,« Η άναρχη κοινωνία » , Εκδόσεις Ποιότητα, Αθήνα 2001, σελ 51

[4]http://europa.eu/legislation_summaries/justice_freedom_security/free_movement_of_persons_asylum_immigration/l33153_el.htm

[5]Μ.Χλέτσος, Θ.Π.Ντόκος, Σ.Π. Γαβρόγλου, Θ. Παλυβός, Ε. Gazon, X. Ναξάκης, Α.Γ. Καρασαββόγλου, Ν. Γιαννόπουλος, «Μετανάστες και Μετανάστευση: Οικονομικές, Πολιτικές και Κοινωννικές Πτυχές»  Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2002 σελ 69

[6] Ηλίας Κουσκουβέλης, «Εισαγωγή στις Διεθνείς Σχέσεις », Ποιότητα ΣΤ Έκδοση, Αθήνα 2012, σελ. 139

[7] Robert Jackson and Georg Sorensen « Θεωρία και Μεθοδολογία των Διεθνών Σχέσεων», Gutenberg , Αθήνα 2006, σελ. 111

[8] Robert Jackson and Georg Sorensen « Θεωρία και Μεθοδολογία των Διεθνών Σχέσεων», Gutenberg , Αθήνα 2006, σελ 164

[9] Ήφαιστος Πανγιώτης, «Θεωρία Διεθνούς και Ευρωπαικής Ολοκλήρωσης »,Ποιότητα, Αθήνα 1999, σελ. 256

[10]. Ηλίας Κουσκουβέλης , « Εισαγωγή στις Διεθνείς Σχέσεις »,  Ποιότητα ΣΤ Έκδοση , Αθήνα 2010 ,σελ 141-142

[11] Ηλίας Κουσκουβέλης , « Εισαγωγή στις Διεθνείς Σχέσεις »,  Ποιότητα ΣΤ Έκδοση , Αθήνα 2010, σελ. 148( από Κουλουμπής Θεόδωρος)

[12] Ηλίας Κουσκουβέλης , « Εισαγωγή στις Διεθνείς Σχέσεις »,  Ποιότητα ΣΤ Έκδοση , Αθήνα 2010, σελ. 147 (από Spykman Nicholas)

[13]  Ηλίας Κουσκουβέλης , « Εισαγωγή στις Διεθνείς Σχέσεις »,  Ποιότητα ΣΤ Έκδοση , Αθήνα 2010, σελ. 147(από Morgenthau Hans)

[14] Ηλίας Κουσκουβέλης, «Εισαγωγή στις Διεθνείς Σχέσεις », Ποιότητα ΣΤ Έκδοση, Αθήνα 2012, σελ. 147

[15] Ηλίας Κουσκουβέλης, «Εισαγωγή στις Διεθνείς Σχέσεις », Ποιότητα ΣΤ Έκδοση, Αθήνα 2012, σελ. 149

[16] Για παράδειγμα αναφέρεται αφενός η Ελλάδα με την Τουρκία και αφετέρου η Ολλανδία με το Βέλγιο.

[17] Η ισορροπία ισχύος αναφέρεται ως μια κατάσταση των πραγμάτων τέτοια, που καμία δύναμη να μην είναι σε θέση υπεροχής, ώστε να μπορεί να επιβάλλει τον νόμο στις άλλες. Hedley Bull,« Η άναρχη κοινωνία » , Εκδόσεις Ποιότητα, Αθήνα 2001, σελ 147

[18] Ο Πρέσβης της Τουρκίας στην Ελλάδα Kerim Uras, στην ομιλία του  στο 21o Διεθνές Συμπόσιο της Ελληνικής Ένωσης για την Ατλαντική και Ευρωπαϊκή Συνεργασία (GAAEC), αναφέρθηκε στο ζήτημα της παράνομης μετανάστευσης  και υπογράμμισε την ότι η Ελλάδα με την Τουρκία έχουν εντατική συνεργασία σε αυτόν τον τομέα. «Τα ζητούμενα της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή»,  foreign affairs/the hellenic edition, 28/03/2013

[19]. Η κοινωνική συνοχή θα εξετασθεί στη συνέχεια, σε συνδυασμό με τις οικονομικές επιπτώσεις, στα πλαίσια των κοινωνικοοικονομικών συνεπειών της μετανάστευσης

[20] Castles and Davidson, «Citizenship and Migration:Globalisation and the politics of belonging» McMillan Press, London  2000, σελ. 130

[21] Bull, H., «Η άναρχη κοινωνία » , Εκδόσεις Ποιότητα, Αθήνα 2001, σελ. 214

[22] Καταστατικός Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών 26ης Ιουνίου 1945, άρθρο 1 παρ. 3  και άρθρο 2 παρ. 3

[23] Bull, H. , «Η άναρχη κοινωνία » , Εκδόσεις Ποιότητα, Αθήνα 2001, σελ 57

[25] Γενική Έκθεση για τη δραστηριότητα της Ε.Ε. το 2012 σελ. 110

http://europa.eu/generalreport/pdf/rg2012_el.pdf

[26] Σ.Γ. Ρόμπολης,  Πολιτικές μετανάστευσης στην Ελλάδα και την Ευρωπαική Ένωση, http://www.inegsee.gr/equal/equal2/arthra/%CE%A0%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AD%CF%82%20%CE%BC%CE%B5%CF%84%CE%B1%CE%BD%CE%AC%CF%83%CF%84%CE%B5%CF%85%CF%83%CE%B7%CF%82.pdf

[29] Γενική Έκθεση για τη δραστηριότητα της Ε.Ε. το 2012, σελ. 157  http://europa.eu/generalreport/pdf/rg2012_el.pdf

[30] Γενική Έκθεση για τη δραστηριότητα της Ε.Ε. το 2012 σελ. 109

http://europa.eu/generalreport/pdf/rg2012_el.pdf

[31] Γενική Έκθεση για τη δραστηριότητα της Ε.Ε. το 2012, σελ. 111

http://europa.eu/generalreport/pdf/rg2012_el.pdf

[32] Γενική Έκθεση για τη δραστηριότητα της Ε.Ε. το 2012, σελ. 114

http://europa.eu/generalreport/pdf/rg2012_el.pdf

[33] Άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαική Ένωση

[34] Κανελλόπουλος, Π., ‘’Το δίκαιο της Ευρωπαικής Ένωησης: Συνθήκη της Λισσαβώνας’’ Εκδόσεις Σακκούλα, Αθήνα- Θεσσαλονίκη 2010, σελ. 29

[35] Παγκόσμια Πολιτική Οικονομία: Εξέλιξη και Δυναμικές, R. O’Brien, M. Williams, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2010, σελ 31

[36] Η Διεθνής Οικονομική Θεωρία και Πολιτική, P.R. Krugman, M. Obstfeld, Εκδόσεις Κριτική, 2011 Αθήνα, σελ. 36

[37] Μετανάστες και Μετανάστευση: Οικονομικές, Πολιτικές και Κοινωννικές Πτυχές, Μ. Χλέτσος, Θ.Π. Ντόκος, Σ.Π. Γαβρόγλου, Θ. Παλυβός, Ε. Gazon, X. Ναξάκης, Α.Γ. Καρασαββόγλου, Ν. Γιαννόπουλος, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2002, σελ .12

[38] Μετανάστες και Μετανάστευση: Οικονομικές, Πολιτικές και Κοινωννικές Πτυχές, Μ. Χλέτσος, Θ.Π. Ντόκος, Σ.Π. Γαβρόγλου, Θ. Παλυβός, Ε. Gazon, X. Ναξάκης, Α.Γ. Καρασαββόγλου, Ν. Γιαννόπουλος, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2002 σελ 19

[39] Παγκόσμια Πολιτική Οικονομία: Εξέλιξη και Δυναμικές, R. O’Brien, M. Williams, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2010 σελ.42

[40] Μετανάστες και Μετανάστευση: Οικονομικές, Πολιτικές και Κοινωννικές Πτυχές, Μ. Χλέτσος, Θ.Π. Ντόκος, Σ.Π. Γαβρόγλου, Θ. Παλυβός, Ε. Gazon, X. Ναξάκης, Α.Γ. Καρασαββόγλου, Ν. Γιαννόπουλος, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2002, σελ .18

[41] Μετανάστες και Μετανάστευση: Οικονομικές, Πολιτικές και Κοινωννικές Πτυχές, Μ. Χλέτσος, Θ.Π. Ντόκος, Σ.Π. Γαβρόγλου, Θ. Παλυβός, Ε. Gazon, X. Ναξάκης, Α.Γ. Καρασαββόγλου, Ν. Γιαννόπουλος, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2002 σελ 43

[42] Η μετανάστευση στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, Α. Τριανταφυλίδου, Θ. Μαρούκης, Εκδόσεις Κριτική, 2010, σελ. 443

[43] Παγκόσμια Πολιτική Οικονομία: Εξέλιξη και Δυναμικές, R. O’Brien, M. Williams, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2010, σελ 411

[44] Η Διεθνής Οικονομική Θεωρία και Πολιτική, P.R. Krugman, M. Obstfeld, Εκδόσεις Κριτική, 2011 Αθήνα, σελ 988-989

[45] Μετανάστες και Μετανάστευση: Οικονομικές, Πολιτικές και Κοινωννικές Πτυχές, Μ. Χλέτσος, Θ.Π. Ντόκος, Σ.Π. Γαβρόγλου, Θ. Παλυβός, Ε. Gazon, X. Ναξάκης, Α.Γ. Καρασαββόγλου, Ν. Γιαννόπουλος, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2002, σελ .18

[46] Η Διεθνής Οικονομική Θεωρία και Πολιτική, P.R. Krugman, M. Obstfeld, Εκδόσεις Κριτική, 2011 Αθήνα, σελ 270-271

[47] Η Διεθνής Οικονομική Θεωρία και Πολιτική, P.R. Krugman, M. Obstfeld, Εκδόσεις Κριτική, 2011 Αθήνα, σελ 273-274

[48] Η αναγκαιότητα µιας νέας προσέγγισης της µετανάστευσης, Π. Λινάρδος – Ρυλµόν, Αθήνα 2003, σελ. 9

[49] [49] Η Διεθνής Οικονομική Θεωρία και Πολιτική, P.R. Krugman, M. Obstfeld, Εκδόσεις Κριτική, 2011 Αθήνα, σελ 101

[50] Η Διεθνής Οικονομική Θεωρία και Πολιτική, P.R. Krugman, M. Obstfeld, Εκδόσεις Κριτική, 2011 Αθήνα, σελ 101-102

[51] Η μετανάστευση στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, Α. Τριανταφυλλίδου, Θ. Μαρούκης, Εκδόσεις Κριτική, Αθήνα 2010

[52] Μετανάστες και Μετανάστευση: Οικονομικές, Πολιτικές και Κοινωννικές Πτυχές, Μ. Χλέτσος, Θ.Π. Ντόκος, Σ.Π. Γαβρόγλου, Θ. Παλυβός, Ε. Gazon, X. Ναξάκης, Α.Γ. Καρασαββόγλου, Ν. Γιαννόπουλος, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2002 σελ 23

[53] Μετανάστες και Μετανάστευση: Οικονομικές, Πολιτικές και Κοινωννικές Πτυχές, Μ. Χλέτσος, Θ.Π. Ντόκος, Σ.Π. Γαβρόγλου, Θ. Παλυβός, Ε. Gazon, X. Ναξάκης, Α.Γ. Καρασαββόγλου, Ν. Γιαννόπουλος, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2002, σελ 26

[54] Μετανάστευση στην Ελλάδα, Εμπειρίες-Πολιτικές- Προοπτικές, Τ. Καβουνίδη, Α. Κόντης, Θ. Λιανός, Ρ. Φακιολάς, Αθήνα 2008, ΙΜΕΠΟ, σελ. 52

[55](Μετανάστευση στην Ελλάδα, Εμπειρίες-Πολιτικές- Προοπτικές, Τ. Καβουνίδη, Α. Κόντης, Θ. Λιανός, Ρ. Φακιολάς, Αθήνα 2008, ΙΜΕΠΟ)

[56] Μετανάστευση στην Ελλάδα, Εμπειρίες-Πολιτικές- Προοπτικές, Τ. Καβουνίδη, Α. Κόντης, Θ. Λιανός, Ρ. Φακιολάς, Αθήνα 2008, ΙΜΕΠΟ, σελ. 65

[57] Μετανάστευση στην Ελλάδα, Εμπειρίες-Πολιτικές- Προοπτικές, Τ. Καβουνίδη, Α. Κόντης, Θ. Λιανός, Ρ. Φακιολάς, Αθήνα 2008, ΙΜΕΠΟ, σελ 67

[58] Κανελλόπουλος, Π., «Το Δίκαιο της Ευρωπαικής Ένωσης: Συνθήκη της Λισσαβώνας», Εκδόσεις Σακκούλα, Αθήνα- Θεσσαλονίκη, 2010, σελ. 29

.